Τρίτη 29 Δεκεμβρίου 2009

Σε έναν κόσμο "καμπούρηδων" οι πάντες μοιάζουν.



Σε έναν κόσμο "καμπούρηδων" οι πάντες μοιάζουν, και άρα θα χρησιμοποιήσουμε τον "απέναντι" ως "είδωλο" δικό μας. Οι Ευρωπαίοι, που σήμερα μας "μαλώνουν" για τις "σπατάλες" μας, είναι οι κύριοι και αποκλειστικοί υπεύθυνοι για το εξωτερικό μας χρέος. Τα άπειρα χρήματα του εξωτερικού μας χρέους δεν μπήκαν σε κάποια ελληνικά "σεντούκια". Ευρωπαϊκές τράπεζες τα έδωσαν και ευρωπαϊκές εταιρείες τα εισέπραξαν. "Πέρασαν" από την ελληνική οικονομία, αλλά δεν "στάθηκαν" σ' αυτήν. Οι ίδιοι άνθρωποι, που μας τα έδωσαν, ήταν οι ίδιοι που τα ξαναπήραν. Τώρα λοιπόν, που οι Βρυξέλες ζητούν "μέτρα", είναι ευκαιρία να λύσουμε και τις όποιες εκκρεμότητες υπάρχουν μεταξύ μας. Η τρομοκράτηση των λαών και των κρατών που λεηλατήθηκαν είναι το ζητούμενο αυτής της πολιτικής. Γιατί; Γιατί θέλουν να μας "πουλήσουν" τον τελικό σχεδιασμό της καταστροφής, χωρίς να υπάρξουν αντιδράσεις. Θέλουν να μας "ρυθμίσουν" "χαριστικά" τα δάνεια και τα χρέη, προκειμένου να είμαστε "ευχαριστημένοι". Προκειμένου να μην αντιδράσουμε για τη λεηλασία. Προκειμένου να μην ψάξουμε να βρούμε ποιοι ευθύνονται πραγματικά για τα υπέρογκα χρέη που "φορτωθήκαμε" και ποιοι επωφελήθηκαν από αυτά. Η Ελλάδα, για παράδειγμα, χρωστάει πάνω από μισό τρις ευρώ στο διεθνές και κυρίως στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα. Πού πήγαν αυτά τα χρήματα; Τα πήραν οι Έλληνες και τα έβαλαν στα σεντούκια τους, λεηλατώντας τους πόρους και βέβαια τον "ιδρώτα" των υπολοίπων Ευρωπαίων; Τα μετέτρεψαν σε επενδύσεις και άρα σήμερα ζουν εξαιτίας των κερδών κεφαλαίων, τα οποία ανήκαν στους υπόλοιπους Ευρωπαίους; Τι έγιναν δηλαδή τα χρήματα των Ελλήνων αλλά και των υπολοίπων Ευρωπαίων, που "επενδύθηκαν" στην Ελλάδα; Τα χρήματα δεν "χάνονται". Τα χρήματα αφήνουν "ίχνη". Από τη στιγμή που οι Έλληνες τα πήραν, κάπου υπάρχουν. Αν δεν τα έχουν οι ίδιοι, αυτό σημαίνει ότι κάποιοι άλλοι τα πήραν για λογαριασμό τους. Η Ελλάδα και οι Έλληνες, όταν μπήκαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είχαν μια πολύ συγκεκριμένη περιουσία. Μια περιουσία, η οποία μπορούσε να καταμετρηθεί με πολύ απλό τρόπο. Δεν ήταν αφηρημένη. Υπήρχε η ατομική περιουσία των Ελλήνων και η συλλογική περιουσία των Ελλήνων. Ο λαός των Ελλήνων φημίζονταν εκείνη την εποχή για τις αποταμιεύσεις του. Φημιζόταν για την παθιασμένη προσκόλλησή του στην ακίνητη περιουσία του. Εταιρείες-κολοσσοί ανήκαν στους Έλληνες πολίτες. Εταιρείες όπως η ΕΛΠΕ, η ΔΕΗ, ο ΟΤΕ, ο ΟΠΑΠ, η ΕΥΔΑΠ, η ΑΓΕΤ ΗΡΑΚΛΗΣ, η Εθνική Τράπεζα, η Ολυμπιακή, οι οποίες, αν ανήκαν σε ιδιώτες, θα τους καθιστούσαν μεγιστάνες παγκοσμίου βεληνεκούς. Εταιρίες πανάκριβες με κεφάλαιο όλων των τύπων και μορφών. Με άπειρο κεφάλαιο σε ακίνητη περιουσία —που απαιτούσαν οι υποδομές τους— αλλά και με κεφάλαιο σε έμψυχο δυναμικό, με το άρτια εκπαιδευμένο και εξειδικευμένο προσωπικό τους. Τι έγινε λοιπόν και μέσα σε λίγες δεκαετίες όλα αυτά άλλαξαν κατά τρόπο τραγικό για τους Έλληνες; Πώς δηλαδή ένας λαός, με "παράδοση" στη συγκέντρωση περιουσιακών στοιχείων, εμφανίζεται "νταντέλα"; Ένας λαός, ο οποίος είχε υπό την κατοχή του δεκάδες τρισεκατομμύρια δραχμές σε καταθέσεις —τα οποία μεταφράζονταν σε δισεκατομμύρια του δολαρίου εκείνης της εποχής—, βρέθηκε να χρωστά άλλα τόσα και με την υπόλοιπη περιουσία του να έχει "χαθεί". Τι απέγινε εκείνο το μυθώδες συλλογικό κεφάλαιο; Πώς ξαφνικά ο ΟΤΕ βρέθηκε υπό γερμανική ιδιοκτησία; Πώς ξαφνικά το μεγάλο λιμάνι της χώρας έχει γίνει κινέζικο και το μεγάλο αεροδρόμιο της χώρας έγινε γερμανικό; Πώς βρέθηκαν πάνω από δύο εκατομμύρια ξένων ατομικών ιδιοκτησιών μέσα σε μια τόσο μικρή χώρα; Πώς κατάφεραν οι πολυεθνικές του τουρισμού ν' αποκτήσουν ιδιοκτησίες "πλακών" χιλιάδων στρεμμάτων πάνω στο "μπαλκόνι" του Αιγαίου; Ας ξεκινήσουμε πρώτα από το εξής απλό. Το ευρώ, ως νόμισμα, δεν σχεδιάστηκε από κάποιους ειδικούς της οικονομίας. Δεν σχεδιάστηκε για να προστατεύει τους κατόχους του. Δεν σχεδιάστηκε για να προστατεύει την οικονομία από την ακρίβεια. Δεν σχεδιάστηκε για να ομογενοποιεί την κοινωνία και τα κράτη που θα το χρησιμοποιούσαν. Σχεδιάστηκε για τους ακριβώς αντίθετους λόγους. Το ευρώ σχεδιάστηκε για να διχάζει την κοινωνία. Να διαφοροποιεί τους πλούσιους από τους φτωχούς τόσο σε επίπεδο πολιτών όσο και σε αυτό των κρατών. Να ευνοεί τα φαινόμενα της αισχροκέρδειας και άρα να δημιουργεί ακρίβεια. Το σύνολο των διαβαθμίσεών του δεν διαφέρει στο χρώμα ή το μέγεθος από τη "μονάδα". Τα ακριβώς αντίθετα δηλαδή από το ευρώ. Το ευρώ δεν έχει αποτυπωμένη τη "μονάδα" του σε χαρτονόμισμα. Η κάθε διαβάθμισή του διαφέρει από τις υπόλοιπες τόσο στο χρώμα όσο και στο μέγεθος. Διαφέρει τόσο πολύ, σαν να επρόκειτο για παντελώς διαφορετικά νομίσματα. Γιατί έγινε αυτό; Για να μην έχει άμυνες. Για να μην αντιλαμβάνονται οι κάτοχοι την πραγματικά μεγάλη αξία του αντικειμένου που βρίσκεται στα χέρια τους. Άρα; Άρα γίνονται εύκολα θύματα αυτού, ο οποίος έχει ως στόχο να τους το αφαιρέσει από τα χέρια. Η έλλειψη δηλαδή χαρτονομίσματος του ενός ευρώ ήταν αυτή, που οδήγησε στον "καλπασμό" της ακρίβειας στην ευρωζώνη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό, το οποίο έζησαν οι Έλληνες στις πρώτες ημέρες του ευρώ. Οι Έλληνες στην εποχή της δραχμής έπιναν έναν καφέ με εκατόν πενήντα δραχμές —δηλαδή μισό ευρώ— και άφηναν "μπουρμπουάρ" μερικά ασήμαντα κέρματα και την επόμενη "ημέρα" έπιναν καφέ με μισό ευρώ και άφηναν "μπουρμπουάρ" κέρματα των δύο ευρώ, γιατί δεν ήξεραν πώς να χειριστούν τα κέρματα. Τα κέρματα, τα οποία τα υποτιμούσαν, γιατί ακριβώς ήταν αδύνατο το νόμισμά τους και οι άμυνες του ξεκινούσαν από το πρώτο μεγάλο χαρτονόμισμά του, που ήταν οι εκατό μονάδες.

Μέσα σε λίγες ημέρες οι Έλληνες, χωρίς να "πλουτίσουν", ξαφνικά φέρονταν σαν "πλούσιοι". Για έναν απλό καφέ άφηναν "μπουρμπουάρ" τέτοιο, που λίγες ημέρες πριν τους επέτρεπε να φάνε σε ένα εστιατόριο. Η αγορά "αντιλήφθηκε" αμέσως την αδυναμία τους να αξιολογήσουν το νέο νόμισμα και μέσα σε λίγες ημέρες ενσωμάτωσε το "μπουρμπουάρ" στην τιμή του καφέ. Ο καφές, ελλείψει αμυνών και άρα χωρίς καμία αντίσταση, πήγε από τις εκατόν πενήντα δραχμές στα δύο ευρώ και άρα στις επτακόσιες δραχμές. Τα ίδια έγιναν παντού. Εκεί που αγόραζε ο Έλληνας ένα ματσάκι μαϊντανό με είκοσι δραχμές, ξαφνικά, χωρίς να το καταλάβει, το πλήρωνε τριακόσιες πενήντα δραχμές. Έδινε ένα νέο νόμισμα δύο φορές μικρότερο από το εικοσάρικο, αλλά δεκαεπτά φορές ακριβότερο. Κατάλαβε ο αναγνώστης πώς ένα "περίεργο" νόμισμα οδηγεί στην ακρίβεια; Το σύνολο των λαών της ευρωπαϊκής Μεσογείου —και άρα των λαών με τα ασθενικά νομίσματα— την "πάτησαν". Όλόκληρο το άρθρο εδώ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου