Κυριακή 21 Νοεμβρίου 2010

Θέμα ημερών, αν όχι ωρών, η «απομάκρυνση» της Κατσέλη από τον υπάλληλο του Δ.Ν.Τ



Με ένα βαρυσήμαντο άρθρο στο βήμα αντικρούει την πολιτική και στρατηγική της τρόικας η Λουκα Κατσελη κάνοντας τον εθνοπροδότη και υποτελή των τροΐκανων Γιωργάκη να φάει την κατσάδα της ζωής του. Μετά ασφαλώς από αυτές τις εξελίξεις η καρατόμηση της θρασύτατης και ανυπάκουης Κατσελη, θεωρείται αν όχι ζήτημα ..ωρών ,ημερών. Ο ξεφτιλισμένος και υπάκουος δούλος των ξένων συμφερόντων είναι υποχρεωμένος να την απομακρύνει για να κατευνάσει τον θυμό τους. Το ωραίο είναι που οι πρόστυχοι, ξετσίπωτοι, και ραγιάδες των Μ.Μ.Ε αποκαλούν αυτά τα ανδρείκελα κυβέρνηση, και υπουργούς.

Μεταξύ άλλων που μπορείτε να διαβάσετε εδώ αναφέρει η Κατσελη:

Το βασικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία είναι, αναμφισβήτητα, το σοβαρό έλλειμμα ανταγωνιστικότητας. Έλλειμμα που διαχρονικά καθρεφτίζεται στις χαμηλές εξαγωγικές επιδόσεις της χώρας, στη μεγάλη εισαγωγική διείσδυση, στη μειωμένη παραγωγικότητα των συντελεστών παραγωγής. Όσον αφορά τη λειτουργία της αγοράς εργασίας η χώρα μας υστερεί ως προς την ανταγωνιστικότητα ακόμη και με όρους συνολικού κόστους εργασίας. Το εργατικό κόστος εμφανίζεται να έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια πιο γρήγορα σε σχέση με άλλες χώρες από τη μέση παραγωγικότητα της εργασίας. Τα στοιχεία αυτά οδηγούν πολλούς αναλυτές, ιδιαίτερα αυτούς που έχουν κατά νου τον τρόπο λειτουργίας των αγορών εργασίας σε βιομηχανικά αναπτυγμένες χώρες, στο συμπέρασμα ότι χρειάζεται περικοπή μισθών στον ιδιωτικό τομέα και αλλαγή του θεσμικού πλαισίου που διέπει τη λειτουργία της αγοράς εργασίας, όπως, μεταξύ άλλων, αλλαγές στο καθεστώς των συλλογικών διαπραγματεύσεων, ώστε να ανακτηθεί η χαμένη ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Για να προτείνει όμως κάποιος το σωστό φάρμακο και τη δοσολογία της θεραπείας χρειάζεται πρώτα να κάνει σωστή διάγνωση. Όπως έχει αποδειχθεί συχνά, η χορήγηση λάθος φαρμάκου μπορεί να αποβεί μοιραία.
Η μειωμένη, ανταγωνιστικότητα δεν οφείλεται ούτε στο επίπεδο μισθών του ιδιωτικού τομέα, που είναι σχετικά χαμηλό, ούτε βέβαια στο καθεστώς των συλλογικών διαπραγματεύσεων . η Ελλάδα είναι μέσα στην πρώτη δεκάδα των πιο ακριβών χωρών του ΟΟΣΑ με βάση το μη μισθολογικό κόστος εργασίας, με ποσοστό που φτάνει το 41,5% του κόστους εργασίας (πίνακας 1). Σε αυτό το βάρος πρέπει να προστεθεί το κόστος της απερίγραπτης γραφειοκρατίας σχετικά με την αδειοδότηση και λειτουργία των επιχειρήσεων και τη διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού, το ονομαζόμενο δηλαδή διοικητικό βάρος, Το πρόβλημα δεν είναι ότι οι εργαζόμενοι στη χώρα μας, που στη μεγάλη πλειονότητά τους απασχολούνται στις υπηρεσίες και σε πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις, απολαμβάνουν υψηλούς μισθούς, αλλά ότι οι εργοδότες αντιμετωπίζουν, για πολλούς άλλους λόγους, υψηλό κόστος στη λειτουργία των επιχειρήσεών τους. Έτσι εξηγείται και το παράδοξο να μην πέφτουν οι τιμές των προϊόντων όταν μειώνεται η ζήτηση. Όταν το κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων είναι ιδιαίτερα υψηλό, οι χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις που λειτουργούν στη χώρα μας δεν μειώνουν τις τιμές των προϊόντων και οποιαδήποτε περαιτέρω επιβάρυνση αυτών των επιχειρήσεων, π.χ. μέσω αύξησης της φορολογίας, ιδιαίτερα σε συνθήκες ύφεσης, η ακόμα και πάταξης της φοροδιαφυγής, μεταφράζεται αρχικά μεν σε αύξηση των τιμών και μετά σε λουκέτο. Το ζητούμενο είναι πώς διασφαλίζουμε αποτελεσματικό πλαίσιο για την ελεγχόμενη απόκλιση των επιχειρησιακών συμβάσεων από τις κλαδικές. Πώς προωθούμε «έξυπνες» μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, έτσι ώστε οι νέου τύπου επιχειρησιακές συμβάσεις να συνυπάρχουν αρμονικά και συμπληρωματικά με το πλαίσιο που προβλέπουν οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας, σε κλαδικό και εθνικό επίπεδο. Χωρίς να τις καταστρατηγούν ή να τις ακυρώνουν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου