Τρίτη 3 Ιανουαρίου 2017

Προσλήψεις γίνονται, αλλά πληρωμή με... κουπόνια.



Ένας ολοένα και μεγαλύτερος αριθμός εργαζομένων, που προσλαμβάνονται αυτόν τον καιρό, αμείβεται πλέον με ποσά κοντά ή και κάτω από τον κατώτατο μισθό και συμπληρωματικά με «διατακτικές γευμάτων». Κουπόνια, δηλαδή, με τα οποία μπορεί να αγοράσει τρόφιμα από σούπερ μάρκετ και άλλα συνεργαζόμενα καταστήματα.
Εκτιμάται πως ήδη, σήμερα, περισσότεροι από 200.000 εργαζόμενοι λαμβάνουν τμήμα της αμοιβής τους με αυτόν τον τρόπο, ενώ άλλες πληροφορίες της αγοράς αναφέρουν πως ήδη ένα μεγάλο μέρος των νέων προσλήψεων, χαμηλόμισθων στον ιδιωτικό τομέα, γίνεται μόνο με αυτόν τον τρόπο: Ενα τμήμα δηλαδή του μισθού, της τάξεως του 20-25% δίνεται με κουπόνια και μόνο το υπόλοιπο cash. Με αυτό τον τρόπο, ο εργαζόμενος αλλά και ο εργοδότης έχουν χαμηλότερη φορολόγηση και κόστος μισθοδοσίας αντίστοιχα.
Η πρακτική αυτή δεν είναι νέα και είναι ασφαλώς σύννομη. Όμως, ενώ παλαιότερα χρησιμοποιείτο επικουρικά ως επιπλέον κίνητρο, επιβράβευση ή παροχή προς τους εργαζομένους, πλέον τείνει να γίνει μια διαδεδομένη πρακτική και να χρησιμοποιείται ως διέξοδος στο υψηλό φορολογικό κόστος και στις αυξημένες ασφαλιστικές εισφορές. Αποκτά δε κυρίαρχη σημασία για εργαζομένους που λαμβάνουν μηνιαίες αμοιβές της τάξεως των 300-400 ευρώ, συν 130 ευρώ περίπου σε κουπόνια, αφού καλύπτει σημαντικό μέρος του μεροκάματου, υπογραμμίζουν κύκλοι της αγοράς.

Το ισχύον φορολογικό πλαίσιο παρέχει αυτή τη δυνατότητα. Ειδικότερα, μετά τον νόμο 4172 του 2013 για τη φορολόγηση των παροχών σε είδος –με τον οποίο φορολογήθηκαν παροχές στελεχών, όπως το αυτοκίνητο, οι εταιρικές πιστωτικές κάρτες κ.ά.– και σύμφωνα με σχετική εγκύκλιο του υπουργείου Οικονομικών (ΠΟΛ 1219/06-10-2014), εξαιρούνται από τον υπολογισμό του εισοδήματος από μισθωτή εργασία οι διατακτικές σίτισης έως και 6 ευρώ ανά εργάσιμη ημέρα. Το ποσό μπορεί σε πρώτη ανάγνωση να φαίνεται μικρό, αλλά εφόσον ευσταθούν οι εκτιμήσεις της αγοράς για άνω των 200.000 εργαζομένων που αμείβονται και με κουπόνια, αυτό μεταφράζεται σε ετήσιο τζίρο της τάξεως των 300 εκατομμυρίων, ο οποίος βαίνει αυξανόμενος όσο περισσότερο διευρύνεται η χρήση αυτής της πρακτικής.
Ποιοι όμως «εξαργυρώνουν» τα κουπόνια αυτά; Οι σχετικές πληροφορίες από την αγορά αναφέρουν πως στα προγράμματα αυτά συμμετέχουν περισσότερες από 4.000 εταιρείες-πελάτες, που δέχονται τα κουπόνια αυτά σε περίπου 10.000 συμβεβλημένα σημεία-καταστήματα. Το κόστος αυτών των προγραμμάτων επιβαρύνει, σύμφωνα με πληροφορίες της αγοράς, με περίπου 2% την επιχείρηση που δέχεται τα κουπόνια και δίδει τρόφιμα και με 3-4% περίπου την επιχείρηση που τα χορηγεί. Ποσοστά που εισπράττει ο διαχειριστής τους.
Αρκετοί είναι εκείνοι οι οικονομολόγοι που μιλούν ήδη για μια διαφαινόμενη ενδυνάμωση των πρακτικών που συναντά κανείς στη θεωρία της ανταλλακτικής οικονομίας. Πρόκειται, δηλαδή, για μια ροπή προς το είδος της οικονομίας εντός της οποίας λαμβάνει χώρα η ανταλλαγή αγαθών (υλικών και άυλων) μεταξύ των οικονομικών μονάδων, χωρίς τη διαμεσολάβηση του χρήματος. Αλλοι, σαφώς πιο «καχύποπτοι», παρατηρούν με αυξημένη επιφυλακτικότητα τη διάδοση των κουπονιών στην ελληνική οικονομία, καθώς τους προκαλεί, όπως αναφέρουν, «αρνητικούς συνειρμούς που σχετίζονται με παράλληλα νομίσματα».

Σε κάθε περίπτωση, είναι σαφές πως η αυξανόμενη χρήση των κουπονιών, ως υποκατάστατο μέρους της αμοιβής, ιδιαίτερα των χαμηλόμισθων εργαζομένων, είναι απότοκος της κρίσης και απειλεί να μεταλλάξει περαιτέρω μια αγορά εργασίας με ιστορικά υψηλά επίπεδα ανεργίας, όπως και το σύστημα διαμόρφωσης των αμοιβών στις νέες προσλήψεις. Ερχεται δε να προστεθεί de facto ως νεωτερισμός στα φαινόμενα επέκτασης των υποαμειβόμενων ευέλικτων μορφών απασχόλησης. Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, παραδέχονται ότι είναι –κι αυτός– ένας τρόπος για να αντιμετωπιστεί το μεγαλύτερο των προβλημάτων που καλούνται να διαχειρισθούν οι επιχειρήσεις: αυτό της ρευστότητας.
.kathimerini.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου